Write Your Stories..

Καλώς ήρθες, στην παρέα μας!

Ένας νέος κόσμος, με μπόλικη φαντασία,ρομαντισμό,
τρόμο και συγκίνηση σε περιμένει!

Θυμάσαι τότε που έγραφες αποσπάσματα της φαντασίας σου
χαρτάκια και τα έκρυβες στο συρτάρι σου?

Και όταν τα έβρισκε η μητέρα σου ένιωθε υπερήφανη
για σένα? Καιρός να δείξεις αυτό που είσαι!

Καιρός να βγάλεις από μέσα σου το ταλέντο που κρύβεις!

Just start to write your storie!


Εγγραφείτε στο φόρουμ, είναι εύκολο και γρήγορο

Write Your Stories..

Καλώς ήρθες, στην παρέα μας!

Ένας νέος κόσμος, με μπόλικη φαντασία,ρομαντισμό,
τρόμο και συγκίνηση σε περιμένει!

Θυμάσαι τότε που έγραφες αποσπάσματα της φαντασίας σου
χαρτάκια και τα έκρυβες στο συρτάρι σου?

Και όταν τα έβρισκε η μητέρα σου ένιωθε υπερήφανη
για σένα? Καιρός να δείξεις αυτό που είσαι!

Καιρός να βγάλεις από μέσα σου το ταλέντο που κρύβεις!

Just start to write your storie!
Write Your Stories..
Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.

RedMoon (VampireArwen)

Πήγαινε κάτω

RedMoon (VampireArwen) Empty RedMoon (VampireArwen)

Δημοσίευση από VampireArwen Τρι Οκτ 11, 2011 10:31 am

Ποτέ μου δεν πίστεψα πως όλα μπορούν μέσα σε μια στιγμή να ανατραπούν. Τόσο αναπάντεχα. Τόσο απρόσμενα. Την μια στιγμή να ζεις μέσα στο σπίτι σου και την άλλη στιγμή να αποκαλείς κάποιο άλλο σπιτικό σου. Όλα μέσα σε μια στιγμή μπορούν να
αλλάξουν. Όλα.... τα πάντα..... Πάντα πίστευα πως υπάρχουν. Πάντα έψαχνα για αυτούς.Όμως ποτέ δεν πίστεψα πως όλα θα ανατραπούν. Ποτέ δεν πίστεψα πως θα
έχουν τέτοια τροπή τα πράγματα. Πολλές φορές ευχήθηκα να είμαι σαν κι αυτούς.
Πολλές φορές τους έψαξα.

Πως άλλαξαν όλα σε μια μέρα; Όλα έγιναν τόσο γρήγορα. Την μια στιγμή αγκαλιά και παρέα με τους αγαπημένους μου φίλους και την άλλη στιγμή στην αγκαλιά του. Και μετά από αυτό.... σκοτάδι. Μετά από αυτόν μόνη......στο κενό. Αυτός.....
Αυτός που ξαφνικά έγινε η αρχή και το τέλος μου. Το Α και το Ω μου. Τα μάτια του γεμάτα πόνο, απεγνωσμένα κοιτούσαν τα δικά μου. Κοιτούσαν το κορμί μου σαν να ήθελε να με σφίξει στην αγκαλιά του για να μην πάω πουθενά. Κι εγώ έμεινα. Έμεινα εκεί...μαζί του. Στην αιώνια αγάπη του. Στον αιώνιο έρωτα του. Σ'αυτό που αναζητούσαμε πάντα. Γιαυτό που καρδιοχτυπούσαμε πάντα. Αυτός κι εγώ μαζί. Για πάντα.
Πόνεσα και έκλαψα για ότι έχασα. Όμως όλα τα ξεπέρασα μαζί του. Είναι το Α και το Ω μου. Η αρχή και το φινάλε μου. Είναι ότι ποιο όμορφο , ποιο στοργικό, ποιο..... Δεν υπάρχουν λόγια να εκφράσω..... Δεν υπάρχουν λόγια για σένα άγγελε μου. Εσύ που με έβγαλες από το σκοτάδι. Εσύ που με έμαθες ποια είναι η αλήθεια. Εσύ που μου κράτησες το χέρι και μου υποσχέθηκες πως όλα θα πάνε καλά. Εσύ που το τήρησες. Που δεν έφυγες μακρυά γιατί δεν μπορούμε να ζούμε ο ένας μακρυά από τον άλλον.
Όλα τα ρισκάραμε για εμάς. Όλα τα αφήσαμε για εμάς. Όλα τα κάναμε για εμάς. Εμείς θα μείνουμε στο τέλος ζωή μου. Εσύ κι εγώ μαζί. Μαζί μακρυά από ότι θέλει να μας κρατήσει χώρια. Μόνοι να πολεμάμε τους άλλους γι αυτό που πραγματικά θέλουμε. Γιαυτό που πραγματικά είμαστε.
Λένε πως ο κύκνος όταν χάσει το ταίρι του πεθαίνει μετά από λίγο καιρό. Αυτός δεν πέθανε. Έμεινε... Έμεινε στην γη περιπλανώμενος....Περιπλανώμενος να βρει.... Το Κόκκινο Φεγγάρι του.


(Συνεχίζεται)

VampireArwen
Απλός Αναγνώστης
Απλός Αναγνώστης

Αριθμός μηνυμάτων : 5
Points : 9145
Ημερομηνία εγγραφής : 05/10/2011

Writer ID - Ταυτότητα Συγγραφέα
Λίγα λόγια για μένα..:

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

RedMoon (VampireArwen) Empty 1o κεφάλαιο

Δημοσίευση από VampireArwen Δευ Οκτ 17, 2011 9:41 am

]Birthday

Το γέρικο Λαμπραντόρ άρχισε να κλαψουρίζει σιγανά στα πόδια της. Την μύρισε κλαψουρίζοντας για να της τραβήξει την προσοχή. Είναι το μόνο αρσενικό που μπορεί να της τραβήξει την προσοχή τόσο
γρήγορα από ότι κι αν κάνει. Σήμερα όμως έχει και αυτή την ανάγκη του. Έχει την ανάγκη από κάποιον να δείξει κατανόηση στο δράμα που περνούσε. Τον κοίταξε συμπονετικά. Τα καταπράσινα μάτια της
λαμπύριζαν στο φως του ήλιου που έλουζε το δωμάτιο από το παράθυρο. Του χάιδεψε το κεφάλι απαλά.

<<Μόνο εσύ με καταλαβαίνεις Τζίμι>> αναστέναξε.
Κοίταξε για άλλη μια φορά το πρόσωπο της στον καθρέφτη. Τα βαμμένα κατά κόκκινα ίσια μαλλιά της χύνονταν στους ώμους της. Τα μάτια της σχιστά μεγάλα και εκφραστικά έδειχναν τώρα θλιμμένα. Τα σαρκώδη χείλι της έδειχναν μουντά. Ξεφύσησε ξανά και πήγε στο σαλόνι στον μεγάλο καθρέφτη. Το καλλίγραμμο σώμα με το πλούσιο στήθος έδειχνε πολύ άχαρο κάτω από το μαύρο φόρεμα της. Ξεφύσησε τόσο δυνατά λες και ήρθε το τέλος του κόσμου.
Γύρισε πίσω στο δωμάτιο και άνοιξε την ντουλάπα της. Ήξερε πως είχε υπέροχα χαρακτηριστικά που κάνανε τα αγόρια του σχολείου της να μαλώνουν για χάρη της. Σήμερα όμως όλα ήταν χάλια επάνω της. Δεν της άρεσε τίποτα. Ο ήχος της εξώπορτας την έκανε να βγει από τις άχαρες σκέψεις της και
να γυρίσει στο σαλόνι.

<<Να το το εορτάζων κουκλί μου >> αναφώνησε ο πατέρας της.
Ο Ντάνης ήταν ένας πενηντάρης με κοτσίδα και καταπράσινα μάτια. Από τον πατέρα της τα είχε κληρονομήσει. Τα μάτια της ήταν το καμάρι του. Ήταν το μόνο που του είχε πάρει. Σε όλα τα υπόλοιπα ήταν ίδια η μητέρα της η Μαρία.
Τον κοίταξε με παραπονιάρικο ύφος. Κατσούφιασε καθώς την πλησίαζε για να την αγκαλιάσει και να της ευχηθεί. Δεν ήθελε όμως να τον στεναχωρήσει με τα δικά της υπαρξιακά προβλήματα. Ήξερε την αδυναμία που της είχε.
<<Χρόνια πολλά κοριτσάκι μου. Όλα να σου έρθουν δεξιά>>της είπε σφίγγοντας την στην αγκαλιά του.
<<Ευχαριστώ μπαμπάκα μου>>του είπε με όση γλυκύτητα μπορούσε.
Γαβ Γαβ ακούστηκε από δίπλα της και ο Τζίμι
<<Κι εσύ τέκνον Βρούτε;>>του απάντησε κοιτάζοντας τον βλοσυρά
Ένα μικρο παραπονιάρικο κλαψούρισμα ακούστηκε ξανά και έτρεξε στο μπαλκόνι.
Ο Ντάνης άφησε δύο σακούλες με ψώνια επάνω στο τραπέζι της κουζίνας και έστρεψε το βλέμμα του στην κόρη του.
<<Τι έχεις κοριτσάκι μου; Γιατί σε βλέπω στεναχωρημένη;>>είπε θλιμμένος βλέποντας τον πόνο στα μάτια της.
<<Να....>> δίστασε <<είναι που.....μου λείπει....Μου λείπει πολύ η Μαρίνα. Είναι που.... σχεδιάζαμε αυτή τη μέρα από όταν ήμουν μικρή.>> απάντησε και τα μάτια της έλαμψαν από μερικές σταγόνες που έκαναν την εμφάνιση τους.
Η Μαρίνα η μεγαλύτερη αδελφή της Βαλέρια είχε πεθάνει πριν από δυο χρόνια όταν το αυτοκίνητο της εκτροχιάστηκε στον Περιφερειακό δρόμο Θεσσαλονίκης. Ο ιατροδικαστής αποφάνθηκε πως η Μαρίνα
είχε καταναλώσει μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών ουσιών και αλκοόλ. Είχαν βγει διάφορες θεωρίες για το πως μπορεί να είχε πεθάνει. Τους είχαν πει πως πρέπει να λιποθύμησε την ώρα που οδηγούσε ή την πείρε ο ύπνος επάνω στο τιμόνι. Την Βαλέρια δεν την ενδιέφερε τίποτα μόνο ότι έχασε την μεγάλη της αδελφή. Η Μαρίνα ήταν έξι χρόνια μεγαλύτερη από την Βαλέρια και δεν τα πήγαινε καλά με κανέναν από τους γονείς τους ούτε και με τον μεσαίο αδελφό τους τον Γιώργο. Όμως με την Βαλέρια ήταν αλλιώς. Ένιωθε προστάτιδα της και πάντα της έδινε την μεγαλύτερη σημασία. Την βοηθούσε στα μαθήματα της και τις έδινε συμβουλές για τα κακά αγόρια που θα έβρισκε όταν θα μεγάλωνε.

<<Να μην χαριστείς σε κανένα ρεμάλι>> της έλεγε <<Να έχεις πάντα το κεφάλι ψηλά και τούς βλάκες να τούς κάνεις πέρα>>
Όμως μετά άρχισε να παίρνει τις κακές ουσίες και δεν την αφήναν οι γονείς τους να κάθετε πολύ με την Μαρίνα. Και μετά η Μαρίνα έφυγε. Πήγε σε ένα καλό σπίτι που θα την φρόντιζαν μέχρι να γίνει καλά της είχαν πει. Είχε μπει σε κέντρο αποτοξίνωσης. Τώρα η Βαλέρια ξέρει τι ήταν εκείνο το σπίτι. Και ένα χρόνο μετά που γύρισε πίσω η Μαρίνα το χαμόγελο είχε σβήσει από τα χείλι της και τα μάτια της δεν είχαν ποια την φρεσκάδα και την λάμψη τους. Και τότε έγινε το μοιραίο. Η Μαρίνα το είχε σκάσει ένα βράδυ και πίρε τις κακές ουσίες. Η Μαρίνα ήταν νεκρή και μαζί της πέθανε και η μικρή
της αδελφή.

<<Αγάπη μου μην μου στεναχωριέσαι >> της είπε γλυκά ο πατέρας της και την αγκάλιασε ξανά.<<Θέλεις η Μαρίνα να σε βλέπει έτσι θλιμμένη τέτοια μέρα που είναι;>>
<<όχι έχεις δίκιο >> ψιθύρισε.
Βγήκε από την αγκαλιά του πατέρα της και κλείστηκε στο δωμάτιο της. Η κορνίζα στο κομοδίνο δίπλα από το κρεβάτι της έδειχνε αυτήν με την αδελφή της από παλιά. Όταν η Μαρίνα ήταν ακόμη καλά. Την κοίταξε λίγο αναπολώντας τα παλιά και ξάπλωσε στο κρεβάτι της. Έκλεισε για λίγο τα μάτια της έχοντας στο μυαλό της την αδελφή της. Όποτε κοίταζε στον καθρέφτη τον εαυτό της τής την θύμιζε
τόσο πολύ. Της έμοιαζε τόσο πολύ η Βαλέρια. Έτσι ήταν και η Μαρίνα στην ηλικία της Βαλέρια. Σήμερα γίνεται 19. 19 'ήταν και η Μαρίνα όταν έγινε το μηριαίο.
Το κινητό την έβγαλε βίαια από τις σκέψεις της. Αναστέναξε ξανά και πίρε το κινητό στα χέρια της, Ήταν η Αριάδνη η καλύτερη της φίλη,
<<Έλα αγάπη >> της είπε γλυκά προσποιούμενη πως είναι καλά
<<Τρέχα στο Νέμεσις >> είπε επιτακτικά
<<Σιγά καλέ τι έπαθες;>>
<<Τρέχα σου λέω δεν θα το κουβεντιάσω παραπάνω>> και το έκλεισε .
Περίεργο τι ήταν πάλι αυτό.Δεν είχε καμία όρεξη να πάρει τα πόδια της μέχρι το Νέμεσις. Αναστέναξε βαριά. Ξάπλωσε στο κρεβάτι της ,και πρώην κρεβάτι της Μαρίνας, και έκλεισε τα μάτια της για ένα λεπτό. Ήταν όλα τόσο άδεια χωρίς αυτήν. Ποτέ δεν κατάφερε να ξεπεράσει τον χαμό της.
Σεικώθηκε βαριεστημένα και άνοιξε την ντουλάπα της. Ήξερε γιατί ήθελε η Αριάδνη τόσο πολύ να πάει στο Νέμεσις. Σίγουρα κάτι της είχαν ετοιμάσει. Αναστέναξε ξανά και πίρε το μαύρο δερμάτινο μπουφάν της. Ίσως ήταν καλή ιδέα να βγει λίγο έξω. Μέσα στο σπίτι ένιωθε να ασφικτιεί. Πίρε τη τσάντα της χαιρέτησε τον πατέρα της και ξεκίνησε για τη καφετέρια.
Στο δρόμο προσπάθησε να χαλαρώσει και να μην σκέφτεται. Δεν ήθελε να την δουν όλοι πως δεν ήταν καλά. Ένας πόνος όμως στο δεξί μέρος του εγκεφάλου της άρχισε να την πονάει. Έπιασε το σημείο με το χέρι της. Τώρα ήταν ποιο δυνατός.Ποιο οξύς.Την έκανε να βουλιάζει σε μια δύνη. Πονούσε τόσο πολύ.
<<Τι στο καλό....Αου>>
Ένας χείμαρρος εικόνων ξεχύθηκε μέσα στο μυαλό της.
Ήταν αυτή και η Μαρίνα. Όμως ήταν και οι δυο μεγάλες σε ηλικία. Γύρω στα 25. Η Βαλέρια είχε τα ίδια κατακόκκινα μακρυά ίσια μαλλιά όμως τώρα φαίνονταν τόσο φυσικά. Φορούσε ένα μακρύ μαύρο φόρεμα βγαλμένο από τα παραμύθια της Ωραίας Κοιμωμένη και της Σταχτοπούτας. Ναι ήταν και η
Μαρίνα εκεί. Δεν έκανε λάθος. Τα πυρρόξανθα μακρυά σε μπούκλες μαλλιά της ανέμιζαν. Και το κόκκινο βελούδινο φόρεμα της ανέμιζε κι εκείνο χαλαρά στο αεράκι.

<<Θα το προσέχω σαν τα μάτια μου>> είπε η Μαρίνα.
Τα μάτια της Βαλέρια έσταζαν δάκρυα. Προσπαθούσε να δει στις εικόνες του μυαλού της καλύτερα αλλά δεν μπορούσε να καταλάβει τι συνέβαινε.
<<Δεν θα πάθει τίποτα. Στο υπόσχομαι.>> είπε ξανά η Μαρίνα.
Και τότε όσο βίαια εισχώρησαν στο μυαλό της αυτές οι εικόνες το ίδιο βίαια εξαφανίστηκαν.
Η Βαλέρια άνοιξε τα μάτια της και βρέθηκε στη μέση του δρόμου πεσμένη στα γόνατα. Η άσφαλτος ήταν παγωμένη. Μέσα Μαρτίου και σε λίγες μέρες περίμεναν χιόνια. Ευτυχώς βρισκόταν σε ένα στενάκι μέσα και δεν την είδε κανείς σε αυτή τη φάση. Άλλωστε η Μενεμένη είναι μια πολύ μικρή περιοχή και όλη την γνώριζαν εκεί. Προσπάθησε να σταθεί στα πόδια της.


(Συνέχεια σε λίγες μέρες γιατί είναι γραμμένο σε τετράδια και πρέπει να το μεταφέρω στο pc)

VampireArwen
Απλός Αναγνώστης
Απλός Αναγνώστης

Αριθμός μηνυμάτων : 5
Points : 9145
Ημερομηνία εγγραφής : 05/10/2011

Writer ID - Ταυτότητα Συγγραφέα
Λίγα λόγια για μένα..:

Επιστροφή στην κορυφή Πήγαινε κάτω

Επιστροφή στην κορυφή

- Παρόμοια θέματα

 
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης